top of page
Εικόνα συγγραφέαΓεράσιμος Αρτελάρης

Ο μάστορας του μουσικού θεάτρου

Throwback Thursdays


Φωτογραφία από την τελική σκηνή του έργου.

Δεν μπορώ να πω ότι μου αρέσει η όπερα. Η πρώτη και παρολίγον τελευταία όπερα που είδα δια ζώσης ήταν ο Φάουστ, από την Εθνική Λυρική Σκηνή, πριν 10 χρόνια περίπου. Θεατρικά, ήταν μια κακή παράσταση. Όταν ο Φάουστ βρέθηκε στην Κόλαση, ήμουν κι εγώ εκεί, για άλλους λόγους.


Δεν μπορώ να πω ότι μου αρέσουν οι θεατρικές παραστάσεις του Γιάννη Χουβαρδά. Συνήθως είναι άνευρες για τα γούστα μου. Ειδικά στον Ορέστη του Ευριπίδη, όπου ο Χορός ήταν κυριολεκτικά Ευρωπαίοι τουρίστες, το πιάνο είχε πιο κεντρικό ρόλο από ό,τι ο Ορέστης.


Και κάπως τα φέρνει η τύχη το 2018, και βρίσκομαι στο Νιάρχος, στην Λυρική, για να δω μια όπερα σε σκηνοθεσία Χουβαρδά. Ήταν η όπερα "Υπόθεση Μακρόπουλου", του Τσέχου Λέος Γιάνατσεκ. Νομίζω ότι ένας από τους λόγους πήγα να δω την παράσταση ήταν ο περίεργος τίτλος της και το ότι παιζόταν για πρώτη φορά στην Ελλάδα.


Άρα, και Χουβαρδάς και όπερα και στα Τσέχικα. Υποθέτω φαντάζεστε πόσο καλά πήγε αυτό. Ε λοιπόν, όχι! Ήταν παραστασάρα!


Από την πρώτη στιγμή φάνηκε ότι η θεατρική εμπειρία του Χουβαρδά τον βοήθησε να στήσει μια άψογη υποκριτικά παράσταση. Ακόμα κι οι μικρότεροι ρόλοι ήταν δουλεμένοι στην εντέλεια, παρόλο που ούτε καν τραγουδούσαν. Οι τενόροι κλπ δεν έβγαιναν μπροστά με ύφος "θαυμάστε με για το πόσο γαμάτος είμαι" (όπως συνέβαινε πχ στον Φάουστ). Αντιθέτως, ήταν διαρκώς εντός ρόλου. Το μόνο που θύμιζε ότι βλέπαμε όπερα ήταν ότι οι ηθοποιοί τραγουδούσαν αντί να μιλάνε. (Και η ορχήστρα.)


Η υπόθεση του έργου ήταν πολύ ενδιαφέρουσα και τα φιλοσοφικά της ερωτήματα εντελώς επίκαιρα. Ίσως σήμερα να είναι και πιο επίκαιρα από τότε. Και φτάνουμε στο φινάλε, όπου ο Χουβαρδάς για να δείξει την διαδικασία της γήρανσης, εισάγει στο έργο μια από τις πιο εμβληματικές σκηνές από την Οδύσσεια του Διαστήματος του Κιούμπρικ. Και ταίριαξε απόλυτα!


Ήταν μια από τις καλύτερες παραστάσεις που έχω δει. Άλλαξε εντελώς την γνώμη μου για την όπερα. Δεν την θεωρώ πια μουσειακό θεατρικό είδος. Αρκεί να ανεβεί με σύγχρονο τρόπο, δηλαδή όπως το έκανε ο Χουβαρδάς.


Πώς γίνεται όμως κι ένας σκηνοθέτης, που όποια προηγούμενη δουλειά του είχα δει μου είχε φανεί αδιάφορη, να στήσει μια τόσο δυνατή παράσταση; Αυτή η σκέψη με προβλημάτιζε για ώρα, μέχρι που κατάλαβα.


Αυτό που αρέσει στον Χουβαρδά να κάνει, είναι να σκηνοθετεί μουσικές παραστάσεις. Όταν σκηνοθετεί όπερες ή μιούζικαλ, είναι στον φυσικό του χώρο και μεγαλουργεί. Όταν, όμως, αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει οτιδήποτε άλλο, το μετατρέπει εν μέρει σε μουσικό θέατρο, ακόμα κι αν δεν του ταιριάζει. Και τότε προκύπτει κάτι μπερδεμένο, σαν να ρίχνεις ζάχαρη κι αλάτι στο φαγητό ταυτόχρονα.


Οπότε αν στο μέλλον ακούσετε ότι ο Χουβαρδάς σκηνοθετεί όπερα ή μιούζικαλ, σας προτείνω να πάτε ανεπιφύλακτα. Αν είναι κάτι άλλο… προχωρήστε με δική σας ευθύνη.

Σχετικές αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page